Η αιτωλοακαρνανική γη έχει ταυτιστεί µε τις έννοιες της ευφορίας και της αφθονίας. Ιδιαίτερα η περιοχή των Οινιαδών συνιστά την επιτομή του φυσικού πλούτου, της παραγωγικότητας και της ζωντάνιας.
Πεδιάδες, υδρόφιλα δάση και τεράστια αποθέματα νερού αποτελούν την κινητήρια δύναμη πίσω από μια διαχρονική ανάπτυξη και ευημερία που χαρακτηρίζει την περιοχή.
Η Αρχαία Ελληνική Μυθολογία συνέδεσε την περιοχή των Οινιαδών µε έναν από τους βασικότερους µύθους της, το µύθο της πάλης του Ηρακλή µε τον ποταµό θεό Αχελώο.
Ειδικότερα με το «κέρας της Αµάλθειας», που αποσπάστηκε θριαµβευτικά από το θεό Αχελώο, είναι το αιώνιο σύµβολο της αφθονίας που χαρίστηκε ως δώρο στους κατοίκους της, συµβολίζοντας τις γονιµοποιές ιδιότητες του ποταµού.
Το γεγονός ότι ηττήθηκε o θεός στην πάλη του µε άνθρωπο, δείχνει το μέγεθος του πλούτου που χαρίστηκε και τον αντίκτυπο της ανθρώπινης παρέμβασης, με σκοπό την τιθάσευση της άγριας φύσης της περιοχής και την αξιοποίηση της ήδη από την πρώιμη αρχαιότητα προς όφελος του ανθρώπινου γένους και του πολιτισμού.
Από τον Οβίδιο αναφέρεται χαρακτηριστικά «…ανθών παντοίων ευωδών και οπωρών πληρουσι, και ούτως η πολύπλουτος των δώρων αφθονία τω κέρατί µου έγκειται τω καθιερωθέντι».
Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη ∆΄ 35, η κοίτη του Αχελώου µετατοπίστηκε προς τα δυτικά, αφήνοντας «πολλήν και πάµφορον χώραν», γόνιµη γη, κατάφυτη από πληθώρα οπωρικών: µήλων, ροδιών και σταφυλιών».
Διαχρονικά παραγόμενο προϊόν της περιοχής και ένα από τα πιο συχνά απαντώμενα φυτά που αναφέρονται και έως τις μέρες μας και είναι αυτοφυή στην περιοχή είναι η άμπελος.
Η άμπελος, το κρασί, η σταφίδα και άλλα παράγωγα της κυριαρχούσαν από αρχαιοτάτων χρόνων στο φυσικό τοπίο της περιοχής και αποτελούσε το πιο φημισμένο προϊόν των Οινιαδών, οι κάτοικοι των οποίων το καλλιεργούσαν και το εξήγαγαν σε όλη την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.
Η κυριαρχία της αμπέλου εντυπώνεται χαρακτηριστικά και από τα πολλά τοπωνύµια της περιοχής που έλκουν την προέλευση τους από το ομώνυμο φυτό αλλά και την ενασχόληση των κατοίκων με την αμπελουργία που συντηρούν μακρά παράδοση και τεχνογνωσία που μεταλαμπαδεύεται από τους παλαιοτέρους στους νεότερους.
Η σύνδεση της αμπέλου και του κρασιού με την περιοχή ήταν τέτοια ώστε η κυριότερη αρχαία πόλη της περιοχής και μια από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες των αρχαίων Ακαρνάνων γνωστή για το μοναδικό Νεώριο, τις οχυρώσεις και τη στρατηγική της τοποθεσία μέσω της οποίας έλεγχε το πέρασμα του Αχελώου, την παραγωγή πρώτων υλών αλλά επόπτευε και την δίοδο πατραϊκού κόλπου – Ιονίου, οι Οινιάδες, κατά μια έννοια λέγεται ότι έλαβαν το όνομα τους από το ριζική λέξη «η οίνη» (=άµπελος). Υποδηλώνοντας έτσι τον τόπο παραγωγής οίνου.
Η ετυμολογία αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από τη συσχέτισή της µε την ήµερη άµπελο, αφού όπως αναφέρθηκε η περιοχή ήταν γνωστή από την αρχαιότητα σαν «αγαθή γη» για την εφορία της (Παυσανίας, Μεσσηνιακά 25), όσο και από τις άγριες αµπέλους και τις αυτοφυείς κληματαριές που ως πρόσφατα αφθονούσαν στα µέρη, κλαρωµένες συνήθως σε πολλά λιµναία και παραλιµναία δέντρα, οι οποίες το φθινόπωρο ήταν κατάφορτες µε στυφά µαυροστάφυλλα.
Μέχρι και πριν λίγα χρόνια υπήρχαν στο Μεσολόγγι και στο Αγρίνιο οινοπωλεία και εστιατόρια που διαφήμιζαν πως είχαν γνήσιο κρασί Κατοχής, της ιστορικής κωμόπολης μας, στα χώματα των αρχαίων Οινιαδών. Άλλες εκδοχές που συσχετίζουν την ονομασία των Οινιαδών με τον μυθικό βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα.
Μία απο τις πιο συνήθεις εικόνες των ανθρώπων που μεγάλωσαν ή έζησαν κάποιες περιόδους στην Κατοχή είναι τα κελάρια των παλιών σπιτιών, στα κατώια, όπου φυλλάσονταν το κρασί σε μεγάλα δρύινα βαρέλια, τα οποία κάθε τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, άνοιγαν διάπλατα τις πόρτες τους για να ξεκινήσει η συγκομίδη και η αποθήκευση του Οίνου και των Οινικών Προίοντων με τη χαρακτηριστική ευωδοία του κρασίου να αναβλήζει απο όλες τις γειτονιές.
Στη σύγχρονη εποχή πολλές οικογένειες στις Οινιάδες συντηρούν μικρό αμπέλι για τις ανάγκες του σπιτιού συμμετέχοντας όλοι μαζί στην παραγωγή, τη συγκομιδή και την επεξεργασία του προϊόντος.
Πολλοί παραγωγοί εμφιαλώνουν και μεταπωλούν το προϊόν σε εστιατόρια, αγορές ή χύδην αποσπώντας κορυφαίες κριτικές για την ποιότητα του προϊόντος ενώ έχουν αναπτυχθεί και υπερσύγχρονοι αμπελώνες με μεγάλη παραγωγική ικανότητα που προσδίδουν μεγάλες δυνατότητες στην παραγωγική διαδικασία και την προώθηση του προϊόντος.
Από το 2005 οι Οινιάδες και η Αιτωλοακαρνανία εν γένει εντάχθηκαν στον οινικό χάρτη της Ελλάδας.
Με τη λευκή ποικιλία μαλαγουζιάς που προέρχεται από την καρδιά των Οινιαδών και πιο συγκεκριμένα από τις κωμοπόλεις Κατοχή και Νεοχώρι να αποτελεί την «αιχμή του δόρατος» για την τοπική παραγωγή.
Πρόκειται για μια πλήρως εμπορική και ποιοτική ποικιλία που παρουσιάζει αυξημένη ζήτηση σε όλη την Ελλάδα και έχει κερδίσει την αρέσκεια και την προτίμηση του κοινού.
Ωστόσο η περιοχή ενδείκνυται για την καλλιέργεια πλήθους ακόμη ποικιλιών, οι οποίες απαντώνται σε ικανοποιητικές ποσότητες.
Ποικιλίες σαν αυτές είναι το Μαυρούδι Οινιαδών, το Αυγουστολίδη ή Γουστολίδη και η Μαυροδάφνη.