Μέχρι και το 1950 το γεφύρι παρέμενε σε χρήση, ενώ από το 1995 έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο
Χτισμένο στο στενότερο σημείο του Ευήνου βρίσκεται ένα εντυπωσιακό πέτρινο γεφύρι το οποίο μάλιστα είναι και το αρχαιότερο σωζόμενο γεφύρι του νομού Αιτωλοακαρνανίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με την τοπική παράδοση και με την ιστορία του που ξεκινά κατά την Α΄ Ενετοκρατία (1407-1499) όπου και κατασκευάστηκε, στο γεφύρι προσδίδεται το επίθετο “μεσαιωνικό”, μετατρέποντάς το αυτόματα σε ένα από τα παλαιότερα γεφύρια ολόκληρης της Ελλάδας.
Η ιστορία του γεφυριού
Πρόκειται για το πανέμορφο, επιβλητικό γεφύρι Αρτοτίβας, το οποίο μέχρι και το 1950 συνέδεε τη Δυτική Αιτωλία με την ορεινή Ναυπακτία και την Ευρυτανία. Θεμελιωμένο λοιπόν σε απόκρημνους βράχους στις δύο όχθες του ποταμού Εύηνου, στο στενότερο σημείο του, θεωρείται σημείο αναφοράς για τους ντόπιους, ενώ ταυτόχρονα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία και την κοινωνική ζωή της ευρύτερης περιοχής.
Το γεφύρι της Αρτοτίβας παίρνει την ονομασία του από το ομώνυμο χωριό, ενώ είναι χτισμένο πάνω στο παλιό μονοπάτι που συνέδεε τα χωριά Κάτω Χρυσοβίτσα και Αχλαδόκαστρο, εμφανίζοντας ομοιότητες με τα γεφύρια της Ηπείρου, κάτι που τοποθετεί το χτίσιμο στην μορφή που είναι τώρα κάπου στα μισά του 18 αιώνα.
Στεκούμενοι στα ιστορικά του στοιχεία, από το εν λόγω γεφύρι πέρασαν οι 1.600 περίπου διασωθέντες από την ηρωική Έξοδό του Μεσολογγίου τον Απρίλη του 1826, ακολουθώντας το μοναδικό, προς την ορεινή ενδοχώρα, μονοπάτι των αρχαίων Αιτωλών προς το ιστορικό χωριό Πλάτανος.
Σύμφωνα πάντα με την παράδοση, για να στεριώσει το γεφύρι θα έπρεπε να θεμελιωθεί στα ριζά του ένας άνθρωπος, όπως και έγινε. Έτυχε τότε να περνάει από το μονοπάτι ένας αράπης (σχετιζόμενο με την μάχη που διεξήχθη στο γεφύρι το 1818 μεταξύ του οπλαρχηγού Ι. Αγγελάκη από την Αρτοτίβα και του Γιουσούφ Αράπη) που τον έπιασαν και τον θεμελίωσαν ζωντανό στο βάθρο του γεφυριού.
Μέχρι και το 1950 το γεφύρι παρέμενε σε χρήση, ενώ από το 1995 έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο.